ιατροβιολογικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ιατροβιολογικός < ιατροβιολογ(ία) + -ικός, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική biomedical
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /i.a.tɾo.vi.o.lo.ʝiˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ι‐α‐τρο‐βι‐ο‐λο‐γι‐κός
Επίθετο
επεξεργασίαιατροβιολογικός, -ή, -ό
- (νεολογισμός, ιατρική) άλλη γραφή του βιοϊατρικός
- ※ Το Ίδρυμα Ιατροβιολογικών' Ερευνών Ακαδημίας Αθηνών (ΙΙΒΕΑΑ) έχει δρομολογήσει από την αρχή της επιδημίας, δραστηριότητες για την ανάπτυξη και εφαρμογή αξιόπιστων μοριακών και ανοσολογικών εργαλείων για την ταυτοποίηση και χαρακτηρισμό του ιού, την κατανόηση της παθοφυσιολογίας της λοίμωξης και την αναγνώριση θεραπευτικών στόχων. (1150 στελέχη του κορωνοϊού εντόπισε στην Ελλάδα το Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών Ακαδημίας Αθηνών, Ναυτεμπορική, 6 Ιανουαρίου 2021)
Συγγενικά
επεξεργασία- ιατροβιολογία
- → δείτε τις λέξεις γιατρός, βιολογία, βίος και λέγω
Μεταφράσεις
επεξεργασία ιατροβιολογικός
|
Πηγές
επεξεργασία- Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr