Άνοιγμα κύριου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Κοντινά
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ιαπωνικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
Επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ιαπωνικ
ός
η
ιαπωνικ
ή
το
ιαπωνικ
ό
γενική
του
ιαπωνικ
ού
της
ιαπωνικ
ής
του
ιαπωνικ
ού
αιτιατική
τον
ιαπωνικ
ό
την
ιαπωνικ
ή
το
ιαπωνικ
ό
κλητική
ιαπωνικ
έ
ιαπωνικ
ή
ιαπωνικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ιαπωνικ
οί
οι
ιαπωνικ
ές
τα
ιαπωνικ
ά
γενική
των
ιαπωνικ
ών
των
ιαπωνικ
ών
των
ιαπωνικ
ών
αιτιατική
τους
ιαπωνικ
ούς
τις
ιαπωνικ
ές
τα
ιαπωνικ
ά
κλητική
ιαπωνικ
οί
ιαπωνικ
ές
ιαπωνικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
Επεξεργασία
ιαπωνικός
<
Ιαπωνία
+
-ικός
Επίθετο
Επεξεργασία
ιαπωνικός, -ή, -ό
σχετικός με τους
Ιάπωνες
και την
Ιαπωνία
, τη γλώσσα και τον πολιτισμό της
Μεταφράσεις
Επεξεργασία
ιαπωνικός
αγγλικά
:
Japanese
(en)
γαλλικά
:
japonais
(fr)
εσπεράντο
:
japana
(eo)
εσθονικά
:
jaapani keel
(et)
φινλανδικά
:
japani
(fi)