αλλουβιακός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αλλουβιακός < → λείπει η ετυμολογία → δείτε τη λέξη αλλούβιος & το λατινικό alluvius
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.lu.vi.aˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αλ‐λου‐βι‐α‐κός
Επίθετο επεξεργασία
αλλουβιακός, -ή, -ό
- (γεωλογία) συνώνυμο του αλλούβιος, που σχετίζεται με το αλλούβιο
- (γεωλογία) που σχετίζεται με την Ολόκαινο ή Αλλούβια εποχή
Άλλες γραφές επεξεργασία
- αλουβιακός (απλοποιημένη ορθογραφία)
Συγγενικά επεξεργασία
→ και δείτε τη λέξη αλλούβιο (καθαρεύουσα): ἀλλούβιον
Μεταφράσεις επεξεργασία
αλλουβιακός
|
Πηγές επεξεργασία
- αλλουβιακός - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας