αλουβιακός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.lu.vi.aˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αλ‐λου‐βι‐α‐κός
Επίθετο επεξεργασία
αλουβιακός, -ή, -ό
- απλοποιημένη γραφή του αλλουβιακός
Πηγές επεξεργασία
- αλουβ- - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας