↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ακρωμιοκλειδικός η ακρωμιοκλειδική το ακρωμιοκλειδικό
      γενική του ακρωμιοκλειδικού της ακρωμιοκλειδικής του ακρωμιοκλειδικού
    αιτιατική τον ακρωμιοκλειδικό την ακρωμιοκλειδική το ακρωμιοκλειδικό
     κλητική ακρωμιοκλειδικέ ακρωμιοκλειδική ακρωμιοκλειδικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ακρωμιοκλειδικοί οι ακρωμιοκλειδικές τα ακρωμιοκλειδικά
      γενική των ακρωμιοκλειδικών των ακρωμιοκλειδικών των ακρωμιοκλειδικών
    αιτιατική τους ακρωμιοκλειδικούς τις ακρωμιοκλειδικές τα ακρωμιοκλειδικά
     κλητική ακρωμιοκλειδικοί ακρωμιοκλειδικές ακρωμιοκλειδικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ακρωμιοκλειδικός < ακρώμιο + -ο- + κλείδα + -ικός (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική acromioclavicular)

  Επίθετο

επεξεργασία

ακρωμιοκλειδικός

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία