Δείτε επίσης: ἀγχίνους
 πτώσεις       ενικός      
 γένη αρσενικό & θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο/η αγχίνους το αγχίνουν
      γενική του/της αγχίνου του αγχίνου
    αιτιατική τον/την αγχίνου το αγχίνουν
     κλητική αγχίνους* αγχίνουν*
 πτώσεις   πληθυντικός  
 γένη αρσενικό & θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αγχίνοες τα αγχίνοα
      γενική των αγχινόων των αγχινόων
    αιτιατική τους/τις αγχίνοες τα αγχίνοα
     κλητική αγχίνοες αγχίνοα
* Η κλητική πτώση, σπάνια.
Λόγια κλίση κατά την αρχαία κατάληξη -ους, συνηρημένου τύπου του -οος.
Κατηγορία όπως «βραδύνους» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία

αγχίνους, -ους, -ουν

Συνώνυμα

επεξεργασία

Αντώνυμα

επεξεργασία

Εκφράσεις

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

 και δείτε τη λέξη νους

Μεταφράσεις

επεξεργασία