Μελίτη
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Μελίτη | οι | Μελίτες |
γενική | της | Μελίτης | των | Μελιτών |
αιτιατική | τη | Μελίτη | τις | Μελίτες |
κλητική | Μελίτη | Μελίτες | ||
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /meˈli.ti/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Με‐λί‐τη
Ετυμολογία 1 επεξεργασία
- Μελίτη < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική Μελίτη
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μελίτη θηλυκό, μόνο στον ενικό
Δείτε επίσης επεξεργασία
Ετυμολογία 2 επεξεργασία
- Μελίτη < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μελίτη θηλυκό
Μεταφράσεις επεξεργασία
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Μελίτη < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μελίτη θηλυκό
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|
Μελῐτα- (& ῑ) | |||||
ονομαστική | ἡ | Μελίτη | αἱ | Μελίται & Μελῖται | |
γενική | τῆς | Μελίτης | τῶν | Μελιτῶν | |
δοτική | τῇ | Μελίτῃ | ταῖς | Μελίταις | |
αιτιατική | τὴν | Μελίτην | τὰς | Μελίτᾱς | |
κλητική ὦ! | Μελίτη | Μελίται | |||
δυϊκός | |||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Μελίτᾱ | |||
γεν-δοτ | τοῖν | Μελίταιν | |||
Το φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ. | |||||
1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'δίκη' όπως «βελόνη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Μελίτη < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μελίτη [ῐ] θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- Μελίτη - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.