↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Νηρεύς
      γενική τοῦ Νηρέως
ιωνικός τύπος : Νηρῆος
      δοτική τῷ Νηρεῖ
    αιτιατική τὸν Νηρέ
     κλητική ! Νηρεῦ
3η κλίση, ομάδα 'βασιλεύς', Κατηγορία 'βασιλεύς' όπως «βασιλεύς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Νηρεύς < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Νηρεύς αρσενικό

  1. ανδρικό όνομα
  2. (ελληνική μυθολογία) Νηρέας, θαλάσσια θεότητα, πατέρας των Νηρηίδων

Συγγενικά

επεξεργασία
  • (Χρειάζεται επεξεργασία)

Δείτε επίσης

επεξεργασία