-κέφαλος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | -κέφαλος | η | -κέφαλη | το | -κέφαλο |
γενική | του | -κέφαλου | της | -κέφαλης | του | -κέφαλου |
αιτιατική | τον | -κέφαλο | τη(ν) | -κέφαλη | το | -κέφαλο |
κλητική | -κέφαλε | -κέφαλη | -κέφαλο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | -κέφαλοι | οι | -κέφαλες | τα | -κέφαλα |
γενική | των | -κέφαλων | των | -κέφαλων | των | -κέφαλων |
αιτιατική | τους | -κέφαλους | τις | -κέφαλες | τα | -κέφαλα |
κλητική | -κέφαλοι | -κέφαλες | -κέφαλα | |||
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασία- -κέφαλος < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική -κέφαλος < κεφαλ(ή) + -ος και (λόγιο δάνειο) γαλλική -céphale.
- (για όρους ανατομίας) < (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική -ceps[1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈce.fa.los/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : -κέ‐φα‐λος
Επίθημα
επεξεργασία-κέφαλος, -η, -ο
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ "-κέφαλος" - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
επεξεργασία- -κέφαλος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)