↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το χειροκρότημα τα χειροκροτήματα
      γενική του χειροκροτήματος των χειροκροτημάτων
    αιτιατική το χειροκρότημα τα χειροκροτήματα
     κλητική χειροκρότημα χειροκροτήματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
χειροκρότημα (μαρτυρείται από το 1835)[1] < χειροκροτώ + -μα, ((μεταφραστικό δάνειο) γαλλική battement de mains[2] ή (απόδοση) γαλλική applaudissement[3]). Μορφολογικά αναλύεται σε χειρο- + -κρότημα.

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

χειροκρότημα ουδέτερο

  1. το χτύπημα των παλαμών των χεριών μεταξύ τους και ο θόρυβος που προκαλείται με σκοπό να εκφραστεί αποδοχή, επιδοκιμασία ή ενθουσιασμός για κάποιον ή κάτι
    θερμό χειροκρότημα
  2. (συνεκδοχικά) η εκδήλωση αποδοχής, επιδοκιμασίας ή ενθουσιασμού

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. σελ. 1107, Τόμος Β΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου
  2. χειροκρότημα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  3. χειροκρότημα - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. 
  • χειροκρότημαΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  • Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)