↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο φορτσάτος η φορτσάτη το φορτσάτο
      γενική του φορτσάτου της φορτσάτης του φορτσάτου
    αιτιατική τον φορτσάτο τη φορτσάτη το φορτσάτο
     κλητική φορτσάτε φορτσάτη φορτσάτο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι φορτσάτοι οι φορτσάτες τα φορτσάτα
      γενική των φορτσάτων των φορτσάτων των φορτσάτων
    αιτιατική τους φορτσάτους τις φορτσάτες τα φορτσάτα
     κλητική φορτσάτοι φορτσάτες φορτσάτα
Κατηγορία όπως «ξένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
φορτσάτος < φορτσάρω + -τος

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /foɾˈt͡sa.tos/

  Επίθετο

επεξεργασία

φορτσάτος, -η, -ο

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συνώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία