• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

ορμητικός

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Επίθετο
      • 1.3.1 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

πτώση ενικός
ονομαστική ορμητικός ορμητική ορμητικό
γενική ορμητικού ορμητικής ορμητικού
αιτιατική ορμητικό ορμητική ορμητικό
κλητική ορμητικέ ορμητική ορμητικό
πτώση πληθυντικός
ονομαστική ορμητικοί ορμητικές ορμητικά
γενική ορμητικών ορμητικών ορμητικών
αιτιατική ορμητικούς ορμητικές ορμητικά
κλητική ορμητικοί ορμητικές ορμητικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

ορμητικός < αρχαία ελληνική ὁρμητικός

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /ɔɾ.mi.ti.ˈkɔs/

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

ορμητικός, -ή, -ό

  1. γεμάτος ορμή
    Πώς να καταλαγιάσεις ένα ποτάμι που κυλάει ορμητικό, γίνεται; (Ευγενία Φακίνου, Η μεγάλη πράσινη)

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    ορμητικός
  • γαλλικά : impétueux (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ορμητικός&oldid=4034948"
Τελευταία επεξεργασία στις 27 Απριλίου 2019, στις 04:58

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 27 Απριλίου 2019, στις 04:58.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie