τηλεδιάγνωση
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | τηλεδιάγνωση | οι | τηλεδιαγνώσεις |
γενική | της | τηλεδιάγνωσης | των | τηλεδιαγνώσεων |
αιτιατική | την | τηλεδιάγνωση | τις | τηλεδιαγνώσεις |
κλητική | τηλεδιάγνωση | τηλεδιαγνώσεις | ||
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις. | ||||
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- τηλεδιάγνωση (νεολογισμός) < λόγιο ενδογενές δάνειο: (άμεσο δάνειο) αγγλική telediagnosis < αρχαία ελληνική τῆλε (τηλε-) + διάγνωσις < διαγιγνώσκω < γιγνώσκω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *ǵneh₃-- (γνωρίζω)
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ti.leˈði̯a.ɣno.sis/ & /ti.leˈðʝa.ɣno.sis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : τη‐λε‐δι‐ά‐γνω‐σις
Ουσιαστικό
επεξεργασίατηλεδιάγνωση θηλυκό
- (ιατρική) διάγνωση που γίνεται από μακριά, από απόσταση, με τη βοήθεια της τεχνολογίας ή άλλων μέσων
Υπώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία τηλεδιάγνωση
Πηγές
επεξεργασία- τηλεδιάγνωση - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- τηλεδιάγνωση - Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 7, έτος 2000.