τηλεϊατρική
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | τηλεϊατρική | ||
γενική | της | τηλεϊατρικής | ||
αιτιατική | την | τηλεϊατρική | ||
κλητική | τηλεϊατρική | |||
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίατηλεϊατρική θηλυκό στον ενικό
- (νεολογισμός) (ιατρική) η χρησιμοποίηση της τεχνολογίας, της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών για ιατρικούς σκοπούς
Υπώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία τηλεϊατρική
|