Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τεχνοφοβία οι τεχνοφοβίες
      γενική της τεχνοφοβίας των τεχνοφοβιών
    αιτιατική την τεχνοφοβία τις τεχνοφοβίες
     κλητική τεχνοφοβία τεχνοφοβίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

τεχνοφοβία < αγγλική technophobia. Μορφολογικά αναλύεται σε τεχνο- + -φοβία.

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /te.xno.foˈvi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: τε‐χνο‐φο‐βί‐α

  Ουσιαστικό επεξεργασία

τεχνοφοβία θηλυκό

Αντώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • τεχνοφοβίαΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)