πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το συνημμένο τα συνημμένα
      γενική του συνημμένου των συνημμένων
    αιτιατική το συνημμένο τα συνημμένα
     κλητική συνημμένο συνημμένα
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

συνημμένο ουδέτερο

  1. έγγραφο ή δικαιολογητικό που συνοδεύει μία αίτηση ή μία επίσημη αναφορά
  2. (πληροφορική) αρχείο που αποστέλλεται μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, επισύναψη

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Κλιτικός τύπος μετοχής

επεξεργασία

συνημμένο ουδέτερο