Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η στάθμη θάλασσας
      γενική της στάθμης θάλασσας
    αιτιατική τη στάθμη θάλασσας
     κλητική στάθμη θάλασσας
Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

στάθμη θάλασσας < → δείτε τις λέξεις στάθμη και θάλασσα

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈstaθ.mi ˈθa.la.sas/

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

στάθμη θάλασσας θηλυκό, μόνο στον ενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία