σημειοσειρά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίασημειοσειρά θηλυκό
- (μαθηματικά) τα σημεία μιας ευθείας ως σύνολο
- ακολουθία σημείων ή συμβόλων που χρησιμοποιούνται για να μεταφέρουν ένα μήνυμα ή πληροφορία σε ένα συγκεκριμένο σύστημα επικοινωνίας
Μεταφράσεις
επεξεργασία σημειοσειρά
|