Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πολυεπίπεδος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Δείτε επίσης
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
πολυεπίπεδ
ος
η
πολυεπίπεδ
η
το
πολυεπίπεδ
ο
γενική
του
πολυεπίπεδ
ου
της
πολυεπίπεδ
ης
του
πολυεπίπεδ
ου
αιτιατική
τον
πολυεπίπεδ
ο
την
πολυεπίπεδ
η
το
πολυεπίπεδ
ο
κλητική
πολυεπίπεδ
ε
πολυεπίπεδ
η
πολυεπίπεδ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
πολυεπίπεδ
οι
οι
πολυεπίπεδ
ες
τα
πολυεπίπεδ
α
γενική
των
πολυεπίπεδ
ων
των
πολυεπίπεδ
ων
των
πολυεπίπεδ
ων
αιτιατική
τους
πολυεπίπεδ
ους
τις
πολυεπίπεδ
ες
τα
πολυεπίπεδ
α
κλητική
πολυεπίπεδ
οι
πολυεπίπεδ
ες
πολυεπίπεδ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
πολυεπίπεδος
<
πολυ-
+
επίπεδος
Επίθετο
επεξεργασία
πολυεπίπεδος, -η, -ο
(
κυριολεκτικά
) (
μεταφορικά
) που έχει
πολλά
επίπεδα
Δείτε επίσης
επεξεργασία
μονοδιάστατος
μονόπλευρος
πολυδιάστατος
πολύπλευρος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πολυεπίπεδος
αγγλικά
:
multilevel
(en)
γαλλικά
:
multiniveau
(fr)