πολλά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- πολλά < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική πολλά ουδέτερο του πολύς στον πληθυντικό [1]
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /poˈla/ (για ιδιώματα όπου προφέρονται τα διπλά σύμφωνα ΔΦΑ : /poˈlːa/)
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πολ‐λά
Επίρρημα
επεξεργασία
πολλά
- (στην κοινή νεοελληνική) πολύ, συνήθως στην έκφραση πολλά βαρύς
- (ιδιωματικό) πολύ
- (όπως κυπριακά)
- ※ τζι ο Κκιόρ-ογλους πούτουν καλή, πολλά καλ' η ψυσιή του (Βασίλης Μηχαηλίδης, Η 9η Ιουλίου του 1821 εν Λευκωσία Κύπρου)
- όπως (Χρειάζεται επεξεργασία)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πολλά
→ δείτε τη λέξη πολύ |
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πολλά ουδέτερο στον πληθυντικό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του πολύ (εννοείται πράγματα)
- ⮡ Όλον τον κόσμο γύρισε και έμαθε πολλά.
Εκφράσεις
επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- πολλά < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική πολλά ουδέτερο του πολύς στον πληθυντικό
Επίρρημα
επεξεργασία
πολλά ουδέτερο
- πολύ (και ως επιτατικό)
- ⮡ πολλά πλεότερα (πολύ περισσότερα)
- ※ 17ος αιώνας ⌘ παπα-Συναδινός, ιερεύς και σακελλάριος Σερρών, Xρονικό των Σερρών, φ. 32r
- Ἀπέθανεν ὁ παπὰ κὺρ Μπατζὴς ὁ Ζιχνιώτης καὶ ἐνορίτης τοὺς Ἁγίους Θεοδώρους, ἄνθρωπος ὡς ν΄ χρονῶν, ἐπτωχαδάκι, ταπεινός, ἥσυχος, πρᾶος, ἄκακος, ἁπλοῦς, φιλοκκλήσιος· ἀμὴ ἦτον πολλὰ ἀγράμματος.
- απόσπασμα@books.google Textes, documents, études sur le monde byzantin, néohellénique, et balkanique, vol.1. 1996
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΕκφράσεις
επεξεργασίαΣύνθετα
επεξεργασία
Πηγές
επεξεργασία
- σελ.126, Τόμος 17 - Κριαράς, Εμμανουήλ. Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Τόμοι Α'-ΙΗ'. (Τόμοι ΙΕ'-ΙΗ' επιμ. Ιωάννης Ν. Καζάζης) πολυτονικό σύστημα: τόμοι 1-5, μεταγραφή σε μονοτονικό: τόμοι 6-τέλος], pdf.Βιβλιογραφία. Άπαντα Εμμανουήλ Κριαρά στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
- ↑ πολλά - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας