πιστότερος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαχωρίς άρθρο, συγκριτικός βαθμός με το άρθρο, σχετικός υπερθετικός βαθμός | ||||||
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | πιστότερος | η | πιστότερη | το | πιστότερο |
γενική | του | πιστότερου | της | πιστότερης | του | πιστότερου |
αιτιατική | τον | πιστότερο | την | πιστότερη | το | πιστότερο |
κλητική | πιστότερε | πιστότερη | πιστότερο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | πιστότεροι | οι | πιστότερες | τα | πιστότερα |
γενική | των | πιστότερων | των | πιστότερων | των | πιστότερων |
αιτιατική | τους | πιστότερους | τις | πιστότερες | τα | πιστότερα |
κλητική | πιστότεροι | πιστότερες | πιστότερα | |||
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασία- πιστότερος < πιστ-ότερος, συγκριτικός βαθμός του πιστός. Δείτε και το αρχαίο πιστότερος
Επίθετο
επεξεργασίαπιστότερος, -η, -ο
- που είναι πιο πιστός, πιο ακριβής με την έννοια ότι δεν προδίδει κάτι (π.χ. το αρχικό κείμενο, το πρωτότυπο ενός έργου)
- Λυπάμαι, η μακέτα είναι καλή αλλά εγώ θα ήθελα μια πιστότερη αναπαράσταση.
- Είναι πιστότερη μετάφραση, όμως, χάνει και πάλι το ύφος του Πόε
- (για έμψυχα) πιο πιστός
- Ο σκύλος είναι πιστότερο ζώο από τη γάτα
Παράγωγα
επεξεργασία- πιστότερα (επίρρημα)