↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο καλοφαγάς οι καλοφαγάδες
      γενική του καλοφαγά των καλοφαγάδων
    αιτιατική τον καλοφαγά τους καλοφαγάδες
     κλητική καλοφαγά καλοφαγάδες
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
καλοφαγάς < καλο- + φαγ- (τρώω).[1] Μορφολογικά, καλο- + φαγάς

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ka.lo.faˈɣas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κα‐λο‐φα‐γάς

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

καλοφαγάς αρσενικό (θηλυκό καλοφαγού)

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία