καλόφαγος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
καλόφαγος[1] αρσενικό
- άλλη μορφή του καλοφαγάς
Μεταφράσεις επεξεργασία
καλόφαγος
|
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ καλόφαγος - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)