ηχητικό κύμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- ηχητικό κύμα < ηχητικό + κύμα (μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική sound wave)
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασία
ηχητικό κύμα ουδέτερο
- (φυσική) μορφή ενέργειας που διαδίδεται μέσα από ένα υλικό (αέρας, νερό, μέταλλο κ.λπ.) μέσω της ταλάντωσης των σωματιδίων του υλικού
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ηχητικό κύμα