Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ετοιμοθάνατος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
ἑτοιμοθάνατος
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Δείτε επίσης
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ετοιμοθάνατ
ος
η
ετοιμοθάνατ
η
το
ετοιμοθάνατ
ο
γενική
του
ετοιμοθάνατ
ου
της
ετοιμοθάνατ
ης
του
ετοιμοθάνατ
ου
αιτιατική
τον
ετοιμοθάνατ
ο
την
ετοιμοθάνατ
η
το
ετοιμοθάνατ
ο
κλητική
ετοιμοθάνατ
ε
ετοιμοθάνατ
η
ετοιμοθάνατ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ετοιμοθάνατ
οι
οι
ετοιμοθάνατ
ες
τα
ετοιμοθάνατ
α
γενική
των
ετοιμοθάνατ
ων
των
ετοιμοθάνατ
ων
των
ετοιμοθάνατ
ων
αιτιατική
τους
ετοιμοθάνατ
ους
τις
ετοιμοθάνατ
ες
τα
ετοιμοθάνατ
α
κλητική
ετοιμοθάνατ
οι
ετοιμοθάνατ
ες
ετοιμοθάνατ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ετοιμοθάνατος
<
ελληνιστική κοινή
ἑτοιμοθάνατος
<
αρχαία ελληνική
ἑτοῖμος
+
-θάνατος
Επίθετο
επεξεργασία
ετοιμοθάνατος, -η, -ος
που πρόκειται σε σύντομο
χρονικό
διάστημα
να
πεθάνει
Δείτε επίσης
επεξεργασία
μελλοθάνατος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ετοιμοθάνατος
αγγλικά
:
moribund
(en)
γαλλικά
:
mourant
(fr)
,
moribond
(fr)
, à l'
agonie
(fr)
, à l'
article
(fr)
de la
mort
(fr)