εντομοκτόνος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εντομοκτόνος < έντομ(ο) + -ο- + -κτόνος, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική insecticide [1]
Επίθετο
επεξεργασίαεντομοκτόνος, -ος/-α, -ο
Μεταφράσεις
επεξεργασία εντομοκτόνος
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ εντομοκτόνος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας