Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εντομοκτόνο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
εντομοκτόν
ο
τα
εντομοκτόν
α
γενική
του
εντομοκτόν
ου
των
εντομοκτόν
ων
αιτιατική
το
εντομοκτόν
ο
τα
εντομοκτόν
α
κλητική
εντομοκτόν
ο
εντομοκτόν
α
Κατηγορία
όπως «
πεύκο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
εντομοκτόνο
<
έντομο
+
κτείνω
Ουσιαστικό
επεξεργασία
εντομοκτόνο
ουδέτερο
xημική ουσία για την
εξόντωση
των
εντόμων
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εντομοκτόνο
αγγλικά
:
insecticide
(en)
γαλλικά
:
insecticide
(fr)