• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

εξόντωση

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η εξόντωση οι εξοντώσεις
      γενική της εξόντωσης
& εξοντώσεως
των εξοντώσεων
    αιτιατική την εξόντωση τις εξοντώσεις
     κλητική εξόντωση εξοντώσεις
όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

εξόντωση < εξοντώνω + -ση

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

εξόντωση θηλυκό

  • η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του εξοντώνω

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    εξόντωση
  • γαλλικά : extermination (fr), anéantissement (fr)
  • ισπανικά : exterminio (es), aniquilación (es)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=εξόντωση&oldid=4863896"
Τελευταία επεξεργασία στις 6 Οκτωβρίου 2020, στις 08:05

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 6 Οκτωβρίου 2020, στις 08:05.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie