extermination
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαextermination (en)
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- extermination < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
extermination | exterminations |
extermination (fr) θηλυκό
- η εξολόθρευση, η εξόντωση