Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο εθνομηδενισμός οι εθνομηδενισμοί
      γενική του εθνομηδενισμού των εθνομηδενισμών
    αιτιατική τον εθνομηδενισμό τους εθνομηδενισμούς
     κλητική εθνομηδενισμέ εθνομηδενισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

εθνομηδενισμός < έθνος + -ο- + μηδενισμός

  Ουσιαστικό επεξεργασία

εθνομηδενισμός αρσενικό

  1. άρνηση ή υποτίμηση της αξίας ή της ύπαρξης του έθνους στο οποίο κάποιος ανήκει ή των εθνών γενικότερα, πεποίθηση ότι αυτό ή αυτά είναι τεχνητοί και ανεπιθύμητοι σχηματισμοί
  2. έλλειψη πατριωτισμού ή εθνικής συνείδησης
  3. εναντίωση στα εθνικά συμφέροντα, όπως τα αντιλαμβάνεται ο εθνικισμός
     συνώνυμα: αντιεθνικισμός

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία