Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
δεσποτεία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Εκφράσεις
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
δεσποτεί
α
οι
δεσποτεί
ες
γενική
της
δεσποτεί
ας
των
δεσποτει
ών
αιτιατική
τη
δεσποτεί
α
τις
δεσποτεί
ες
κλητική
δεσποτεί
α
δεσποτεί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
δεσποτεία
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
δεσποτεία
θηλυκό
μοναρχία
, στο οποίο ο μονάρχης έχει τον τίτλο του
δεσπότη
Συγγενικά
επεξεργασία
δεσπόζουσα
δεσπόζω
δέσποινα
Δέσποινα
δεσποινίδα
(
δεσποινίς
)
δεσποσύνη
δέσποτας
δεσποτάτο
(
δεσποτάτον
)
δεσποτεία
δεσπότης
δεσποτικά
(
δεσποτικώς
)
δεσποτικό
(
δεσποτικόν
)
δεσποτικός
δεσποτισμός
Εκφράσεις
επεξεργασία
πεφωτισμένη δεσποτεία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
δεσποτεία
αγγλικά
:
despotism
(en)
ρωσικά
:
деспотия
(ru)