δεσποτάτον
Ετυμολογία
επεξεργασία- δεσποτάτον < δεσπότ(ης) + -άτον
- ΑΠΟΓΟΝΟΙ: ⇘ καθαρεύουσα δεσποτᾶτον ⇘ νέα ελληνικά: δεσποτάτο
Ουσιαστικό
επεξεργασίαδεσποτάτον ουδέτερο
Συγγενικά
επεξεργασία→ και δείτε τη λέξη δεσπότης
Πηγές
επεξεργασία- δεσποτάτον - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)
- δεσποτάτον - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].
- δεσποτᾶτον καί -άτον σελ.1818 - ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία. (συντομογραφίες & συγγραφέων)