Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η γρατσουνιά οι γρατσουνιές
      γενική της γρατσουνιάς των γρατσουνιών
    αιτιατική τη γρατσουνιά τις γρατσουνιές
     κλητική γρατσουνιά γρατσουνιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

γρατσουνιά < γρατσουνίζω + -ιά < (ηχομιμητική λέξη)
 
γρατσουνιές στο χέρι
 
γρατσουνιές στο ξύλο

  Ουσιαστικό επεξεργασία

γρατσουνιά θηλυκό

Άλλες μορφές επεξεργασία

Συνώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία