↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ατομικιστής οι ατομικιστές
      γενική του ατομικιστή των ατομικιστών
    αιτιατική τον ατομικιστή τους ατομικιστές
     κλητική ατομικιστή ατομικιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ατομικιστής < ατομικισμός + -ιστής (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική individualiste)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ατομικιστής αρσενικό (θηλυκό: ατομικίστρια)

  1. άλλη μορφή του ατομιστής
     συνώνυμα: εγωιστής, ιδιοτελής, φιλοτομαριστής
     αντώνυμα: ανιδιοτελής, αλτρουιστής
  2. αυτός που είναι οπαδός της ατομοκρατίας
     συνώνυμα: ατομοκράτης

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία