Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ατζέντης
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
ατζέντ
ης
οι
ατζέντ
ηδες
γενική
του
ατζέντ
η
των
ατζέντ
ηδων
αιτιατική
τον
ατζέντ
η
τους
ατζέντ
ηδες
κλητική
ατζέντ
η
ατζέντ
ηδες
Κατηγορία
όπως «
μανάβης
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ατζέντης
<
ιταλική
agente
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ατζέντης
αρσενικό
(
επάγγελμα
) πρόσωπο που αναλαμβάνει τη διεκπεραίωση υποθέσεων (ιδίως καλλιτεχνών) με αμοιβή,
πράκτορας
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ατζέντης
αγγλικά
:
agent
(en)
γαλλικά
:
impresario
(fr)