απαιτητός
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.pe.tiˈtos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐παι‐τη‐τπός
ΕπίθετοΕπεξεργασία
απαιτητός, -ή, -ό
- που είναι δυνατόν να απαιτηθεί
- απαιτούμενος
Επεξεργασία
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
που μπορεί να απαιτηθεί
απαιτούμενος
|
Επεξεργασία
- ↑ απαιτητός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.