Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ακοή οι ακοές
      γενική της ακοής των ακοών
    αιτιατική την ακοή τις ακοές
     κλητική ακοή ακοές
Ο πληθυντικός είναι σπάνιος
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ακοή < αρχαία ελληνική ἀκοή < ἀκούω

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.koˈi/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ακοή θηλυκό

οι πέντε αισθήσεις είναι: η ακοή, η αφή, η γεύση, η όραση και η όσφρηση

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία