↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο άστεγος η άστεγη το άστεγο
      γενική του άστεγου της άστεγης του άστεγου
    αιτιατική τον άστεγο την άστεγη το άστεγο
     κλητική άστεγε άστεγη άστεγο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι άστεγοι οι άστεγες τα άστεγα
      γενική των άστεγων των άστεγων των άστεγων
    αιτιατική τους άστεγους τις άστεγες τα άστεγα
     κλητική άστεγοι άστεγες άστεγα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
άστεγος < α- στερητικό + στέγη

  Επίθετο

επεξεργασία

άστεγος, -η, -ο

  • που δεν έχει σπίτι, στέγη
    ※  Στόχος του Σχεδίου Δράσης πρόληψης και αντιμετώπισης της έλλειψης στέγης αποτελεί η προσπάθεια μετατροπής της έννοιας της αστεγίας και της υποστηρικτικής διαδικασίας, σε μια ενέργεια η οποία δεν μετατρέπει τους αστέγους σε παθητικούς αποδέκτες κοινωνικών υπηρεσιών και επιδομάτων, δεν τους ιδρυματοποιεί σε κλειστές δομές μακροχρόνιας φιλοξενίας, αλλά τους καθιστά ενεργούς πολίτες, στον άξονα μιας συνολικής προσπάθειας επανένταξής τους στην κοινωνική και επαγγελματική ζωή. (Σχέδιο Δράσης για την πρόληψη και αντιμετώπιση της έλλειψης στέγης, εφημ. Ο Χρόνος Κοζάνης, 22/9/2023 [1])

  Μεταφράσεις

επεξεργασία