Δείτε επίσης: βλάχος

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Βλάχος οι Βλάχοι
      γενική του Βλάχου των Βλάχων
    αιτιατική τον Βλάχο τους Βλάχους
     κλητική Βλάχο Βλάχοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Δημητράκος - κλίση: υπνάκος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Βλάχος < μεσαιωνική ελληνική Βλάχος < παλαιά εκκλησιαστική σλαβονική влахъ (vlaxŭ)[1] < πρωτοσλαβική *volxъ < πρωτογερμανική *walhaz[2] (ξένος, Κέλτης, Ρωμαίος, μη Γερμανός) < (πιθανώς) πρωτοκελτική *wolkos (γεράκι) ή *ulkʷos (λύκος)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈvla.xos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βλά‐χος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Βλάχος αρσενικό

  1. (εθνικό όνομα) αυτός που κατάγεται από τη Βλαχία και μιλά τα βλάχικα (θηλυκό Βλάχα)
  2. ομιλητής της βλαχικής γλώσσας
  3. αυτός που ασχολείται με τη ποιμενική εργασία
  4. (μεταφορικά) άξεστος με χωριάτικη συμπεριφορά
  5. ανδρικό επώνυμο (θηλυκό Βλάχου)

Συγγενικά επεξεργασία

επώνυμα:

τοπωνύμια:

Δείτε επίσης επεξεργασία

ξενικά επώνυμα:

Μεταγραφές επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Χαράλαμπος Π. Συμεωνίδης, Ετυμολογικό λεξικό των νεοελληνικών οικωνυμίων, εκδ. Κέντρο Μελετών της Ιεράς Μονής Κύκκου, Θεσσαλονίκη 2010, τ. 1, ISBN 978-960-92762-1-4, σελ. 117.
  2. Φάνης Δασούλας, «Οι μεσαιωνικές κοινωνίες των Βλάχων», Βαλκανικά Σύμμεικτα, 16 (Θεσσαλονίκη 2005–2014) 9, υποσημείωση 2.

  Πηγές επεξεργασία

  • Ντίνας, Κ. 1995. Kοζανίτικα επώνυμα (1759-1916). Kοζάνη: Iνστιτούτο Bιβλίου και Aνάγνωσης (Yπουργείο Πολιτισμού-Δήμος Kοζάνης) [1]