Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
χωριάτικος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Πολυλεκτικοί όροι
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
χωριάτικ
ος
η
χωριάτικ
η
το
χωριάτικ
ο
γενική
του
χωριάτικ
ου
της
χωριάτικ
ης
του
χωριάτικ
ου
αιτιατική
τον
χωριάτικ
ο
τη
χωριάτικ
η
το
χωριάτικ
ο
κλητική
χωριάτικ
ε
χωριάτικ
η
χωριάτικ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
χωριάτικ
οι
οι
χωριάτικ
ες
τα
χωριάτικ
α
γενική
των
χωριάτικ
ων
των
χωριάτικ
ων
των
χωριάτικ
ων
αιτιατική
τους
χωριάτικ
ους
τις
χωριάτικ
ες
τα
χωριάτικ
α
κλητική
χωριάτικ
οι
χωριάτικ
ες
χωριάτικ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
χωριάτικος
<
χωριάτης
+
-ικος
Επίθετο
επεξεργασία
χωριάτικος, -η, -ο
που ανήκει ή χαρακτηρίζει το
χωριό
και τους
χωριάτες
Πολυλεκτικοί όροι
επεξεργασία
χωριάτικη σαλάτα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
χωριάτικος
γαλλικά
:
villageois
(fr)
πολωνικά
:
wiejski
(pl)
,
wsiowy
(pl)