Βλαχομήτρος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /vla.xoˈmi.tɾos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βλα‐χο‐μή‐τρος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒλαχομήτρος αρσενικό (θηλυκό Βλαχομήτρου)
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Βλαχοδημήτρης
- → δείτε και τη λέξη Βλάχος