Βίλια
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈvi.ʎa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βί‐λια
Ετυμολογία 1 επεξεργασία
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | Βίλια | ||
γενική | των | Βιλίων | ||
αιτιατική | τα | Βίλια | ||
κλητική | Βίλια | |||
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Βίλια < (άμεσο δάνειο) αρβανίτικη viljë < λατινική villa[1]
Κύριο όνομα επεξεργασία
Βίλια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
Άλλες γραφές επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Βίλια στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις επεξεργασία
Βίλια
Ετυμολογία 2 επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Βίλια | οι | Βίλιες |
γενική | της | Βίλιας | των | Βιλιών |
αιτιατική | τη | Βίλια | τις | Βίλιες |
κλητική | Βίλια | Βίλιες | ||
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Βίλια < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Βίλια θηλυκό
Μεταφράσεις επεξεργασία
Βίλια
|
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ Συμεωνίδης, Χαράλαμπος Π. (2010), Ετυμολογικό Λεξικό των Νεοελληνικών Οικωνυμίων, Λευκωσία: Κέντρο Ιεράς Μονής Κύκκου