Βέλος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Βέλος | ||
γενική | του | Βέλους | ||
αιτιατική | το | Βέλος | ||
κλητική | Βέλος | |||
Κατηγορία όπως «δάσος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία
- Βέλος < βέλος

Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈve.los/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βέ‐λος
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Βέλος ουδέτερο
- όνομα αστερισμού του βόρειου ημισφαιρίου. Ανήκει στους 48 αστερισμούς που σημειώθηκαν πρώτη φορά στην αρχαιότητα από τον Πτολεμαίο και στους 88 επίσημους αστερισμούς που το 1922 θέσπισε η Διεθνής Αστρονομική Ένωση
- συντομογραφία: Sge
- ονομασία οικισμών της Ελλάδας
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
Βέλος
|