Αγγειόσπερμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | Αγγειόσπερμα | ||
γενική | των | Αγγειόσπερμων & Αγγειοσπέρμων | ||
αιτιατική | τα | Αγγειόσπερμα | ||
κλητική | Αγγειόσπερμα | |||
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. | ||||
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Αγγειόσπερμα < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου αγγειόσπερμος < αγγειό- + σπέρμ(α) + -ος, λόγιο ενδογενές δάνειο: λόγιο δάνειο από τη νεολατινική angiosperma[1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /aŋ.ɟiˈo.speɾ.ma/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Αγ‐γει‐ό‐σπερ‐μα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑγγειόσπερμα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- ταξινομικός όρος - συνομοταξία: οικογένεια φυτών τω οποίων τα όργανα αναπαραγωγής βρίσκονται στα λουλούδια και τα σπέρματα στους καρπούς
- ※ Τα είδη των αγγειόσπερμων κατανέμονται σε 400 περίπου οικογένειες, 226,000 είδη και 2 βασικές κλάσεις. Είναι διαπιστωμένο ότι τα αγγειόσπερμα φυτά υπήρχαν την εποχή που κυριαρχούσαν οι δεινόσαυροι στην Γη.
- Θοδωρής Λαϊνάς, Νέα θεωρία υποστηρίζει ότι οι δεινόσαυροι πέθαναν από τροφική δηλητηρίαση, Το Βήμα, 10 Απριλίου 2018
- ※ Τα είδη των αγγειόσπερμων κατανέμονται σε 400 περίπου οικογένειες, 226,000 είδη και 2 βασικές κλάσεις. Είναι διαπιστωμένο ότι τα αγγειόσπερμα φυτά υπήρχαν την εποχή που κυριαρχούσαν οι δεινόσαυροι στην Γη.
Αντώνυμα
επεξεργασία- γυμνόσπερμα φυτά
Συγγενικά
επεξεργασία- αγγειόσπερμος
- → δείτε τις λέξεις αγγείο και σπέρμα
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία Αγγειόσπερμα
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ Αγγειόσπερμα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
επεξεργασία- Αγγειόσπερμα - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)