πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα γυμνόσπερμα
      γενική των γυμνόσπερμων
    αιτιατική τα γυμνόσπερμα
     κλητική γυμνόσπερμα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
γυμνόσπερμα < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου γυμνόσπερμος στον πληθυντικό

Ουσιαστικό

επεξεργασία

γυμνόσπερμα ουδέτερο στον πληθυντικό

Αντώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία