φυτά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαφυτά ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του φυτό
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαφυτά ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του φυτόν