for
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΠρόθεση
επεξεργασίαfor (en)
- για, χρησιμοποιείται για να δηλώσει σε ποιον απευθύνεται κάτι ή πού προορίζεται να τοποθετηθεί κάτι
- ⮡ This meal is for the children.
- Αυτό το γεύμα είναι για τα παιδιά.
- ⮡ Who is the gift for?
- Για ποιον είναι το δώρο;
- ⮡ This is for you.
- Aυτό είναι για σένα.
- ⮡ I kept it for myself.
- Tο κράτησα για τον εαυτό μου.
- ⮡ This meal is for the children.
- για, αντί για, χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάνω κάτι για να βοηθήσω κάποιον ή κάτι
- ⮡ I will wash the dishes for you.
- Θα πλύνω εγώ τα πιάτα για σένα.
- ⮡ She dropped out of school for her kids.
- Παράτησε τις σπουδές για τα παιδιά της.
- ⮡ He did it for you, for your sake.
- Tο έκανε για σένα, για χάρη σου.
- ⮡ He gave him advice for his own good.
- Tον συμβούλεψε για το καλό του.
- ⮡ You go for me.
- Πήγαινε εσύ για μένα.
- ⮡ When I am on vacation, my brother runs the business for me.
- Όταν είμαι (λείπω) σε διακοπές, ο αδερφός μου επιβλέπει την επιχείρηση αντί για μένα (στη θέση μου, για χάρη μου).
- ⮡ I will wash the dishes for you.
- για, προς, του, χρησιμοποιείται για να δηλώσει σκοπό ή λειτουργία
- ⮡ a street for pedestrians/bikes - δρόμος για πεζούς/ποδήλατα
- ⮡ shoes for climbing - παπούτσια για ορειβασία
- ⮡ I am reading for pleasure.
- Διαβάζω για ευχαρίστηση.
- ⮡ He was destined for something great.
- Ήταν προορισμένος για κάτι μεγάλο.
- ⮡ I kept it for my party.
- Tο κράτησα για πάρτη μου.
- ⮡ Their house is for sale.
- Tο σπίτι τους είναι για πούλημα.
- ⮡ for sale - προς πώληση
- ⮡ Anna wants a glass for water.
- Η Άννα θέλει ένα ποτήρι του νερού (=ποτήρι για το νερό).
- για, χρησιμοποιείται για να δηλώσει έναν λόγο ή αιτία
- ⮡ They are jealous of him for his luck.
- Tον ζηλεύουν για την τύχη του.
- ⮡ Thank you for the wishes.
- Σας/σε ευχαριστώ για τις ευχές.
- ⮡ It is famous for its good wine.
- Φημίζεται για το καλό κρασί του.
- ⮡ I looked at him for an answer.
- Τον κοίταξα για μια απάντηση (για να μου δώσει μια απάντηση).
- ⮡ They are jealous of him for his luck.
- για, εδώ και, επί, χρησιμοποιείται για να δηλώσει χρονικό διάστημα
- ⮡ I'll be out for a while.
- Θα λείψω για λίγο.
- ⮡ He is away for ten days.
- Λείπει για δέκα ημέρες.
- ⮡ We worked enough for today.
- Για σήμερα αρκετά δουλέψαμε.
- ⮡ I've been living in Athens for three years
- Ζω στην Αθήνα εδώ και τρία χρόνια.
- ⮡ Our families have been friends for many years.
- Οι οικογένειές μας σχετίζονται εδώ και πολλά χρόνια.
- ⮡ He hasn’t touched food/alcohol for weeks.
- Δεν έχει αγγίξει τροφή/ποτό επί εβδομάδες.
- ⮡ He has been sick for months.
- Είναι άρρωστος επί μήνες.
- ⮡ I'll be out for a while.
- για, προς, χρησιμοποιείται για να δηλώσει πού πηγαίνει κάποιος ή κάτι
- ⮡ I'm leaving for Athens.
- Φεύγω για την Αθήνα (πάω στην Αθήνα).
- ⮡ What time does the train leave for Xanthi?
- Tι ώρα φεύγει το τρένο για Ξάνθη;
- ⮡ I'm leaving for Athens.
- για, σε αντάλλαγμα κάτι
- ⮡ I’ll give it you for yours.
- Σου το δίνω για δικό σου.
- ⮡ in return for your help - σε αντάλλαγμα της βοήθειας
- ⮡ What will you give me in exchange for it.
- Τι θα μου δώσεις σε αντάλλαγμα γι' αυτό;
- ⮡ It is illegal not to pay for a ticket on the subway.
- Είναι παράνομο να μην πληρώνεις εισιτήριο στο μετρό.
- (ειδικότερα) για, αντί, προς, δηλώνει την τιμή σε αντάλλαγμα
- ⮡ He sold it for 10 euros.
- Το πούλησε για δέκα ευρώ.
- ⮡ It sold for a million euros.
- Επωλήθη αντί ενός εκατομμυρίου ευρώ.
- ⮡ We sell for 10 euros a kilo.
- Πουλάμε προς 10 ευρώ το κιλό.
- ⮡ He sold it for 10 euros.
- ⮡ I’ll give it you for yours.
- σε, χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι είμαι εργαζόμενος
- ⮡ I am working for an insurance company.
- Δουλεύω σε μια ασφαλιστική εταιρία.
- ⮡ I worked 10 years for your father.
- Δούλεψα στον πατέρα σου δέκα χρόνια.
- ⮡ I am working for an insurance company.
- για, σχετικά με, σε σχέση με κάποιον ή κάτι
- ⮡ I am afraid for your life.
- Φοβάμαι για τη ζωή σου (για την ασφάλεια της ζωής σου).
- ⮡ She has a talent for languages.
- Έχει ταλέντο για τις γλώσσες.
- ⮡ I am afraid for your life.
- υπέρ, χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι υποστηρίζω κάποιον ή κάτι
- ⮡ All those for the proposal raised their hands.
- Όλοι όσοι συμφωνούν με την πρόταση (είναι «υπέρ» της πρότασης), να σηκώσουν το χέρι τους.
- ⮡ All those for the proposal raised their hands.
- για, χρησιμοποιείται για να δηλώσει τι περιμένω από κάποιον ή κάτι
- ⮡ She is tall for her age.
- Είναι ψηλή για την ηλικία της.
- ⮡ For the first day, we worked a lot.
- Για πρώτη μέρα αρκετά δουλέψαμε.
- ⮡ She is tall for her age.
- για, χρησιμοποιείται για να δηλώσει πόσο δύσκολο, απαραίτητο, ευχάριστο, κτλ. είναι κάτι που μπορεί να κάνει ή να έχει κάνει κάποιος
- ⮡ It is not easy for me to do what you are asking.
- Δεν είναι εύκολο για μένα αυτό που ζητάς.
- ⮡ It is difficult for me to concentrate in here.
- Μου είναι δύσκολο να συγκεντρωθώ εδώ μέσα.
- ⮡ It is not easy for me to do what you are asking.
Εκφράσεις
επεξεργασίαΠαράγωγα
επεξεργασίαΣύνδεσμος
επεξεργασίαfor (en)
- (λογοτεχνικό) γιατί, για, ως αιτιολογικός σύνδεσμος που αναφέρεται στο λόγο την αιτία ή το σκοπό μιας πράξης
Πηγές
επεξεργασία- for (preposition) - Oxford Learner's Dictionaries
- for (conjunction) - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 73, 188, 189, 247-248. ISBN 9780194325684., λήμμα: αντάλλαγμα, για, γιατί, δουλεύω
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- for < (άμεσο δάνειο) λατινική forum
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαfor (fr) αρσενικό
- (λόγιο) le for intérieur - το δικαστήριο της συνείδησης
- en mon (ton, son...) for intérieur - κατά βάθος, η συνείδησή μου
Ομώνυμα / Ομόηχα
επεξεργασία
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίαfor (eo)