for the better
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίαfor the better (en)
- (ιδιωματισμός) προς το καλύτερο, ένα πρόσωπο, πράγμα, κατάσταση κτλ. γίνεται καλύτερο από πριν
- ⮡ His situation changed for the better.
- Η κατάστασή του γύρισε προς το καλύτερο.
- ≠ αντώνυμα: for the worse
- ⮡ His situation changed for the better.
Πηγές
επεξεργασία- better (idioms): a change for the better/worse - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 203. ISBN 9780194325684., λήμμα: γυρίζω