as for
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίαas for (en)
- (ιδιωματισμός) όσον αφορά, ως προς, όσο για, χρησιμοποιείται για να αρχίσω να μιλάω για κάποιον ή κάτι
Πηγές
επεξεργασία- as (idioms): as for somebody/something - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 635, 744. ISBN 9780194325684., λήμμα: όσο, προς