Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

όσον αφορά < → δείτε τις λέξεις όσο και αφορώ

  Έκφραση επεξεργασία

όσον αφορά (σε)

  1. σε σχέση με, σχετικά με, αναφορικά με

  Μεταφράσεις επεξεργασία